Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΚΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΚΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

ΣΥΡΙΖΑ: Εγκρίθηκε η πολιτική των συμμαχιών


ΣΥΡΙΖΑ: Εγκρίθηκε η πολιτική των συμμαχιών

ΣΥΡΙΖΑ: Εγκρίθηκε η πολιτική των συμμαχιών


Ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ όπου με μεγάλη πλειοψηφία εγκρίθηκε το σχέδιο πολιτικής απόφασης για την πολιτική συμμαχιών και την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Ιδιαίτερα επιθετική η ομιλία του κ. Τσίπρας στους διαφωνούντες του κόμματος.
Ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του το βράδυ της Κυριακής έθεσε την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ ενώπιον δύο διλημμάτων και το κόμμα ενώπιον των ευθυνών του, ζητώντας να αποφασίσουν, αν θα περιμένουν την κυβέρνηση «να σαπίσει» ή θα επιδιώξουν την πρόκληση εκλογών αποτρέποντας την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Λίγη ώρα αργότερα, έληξαν οι διαδικασίες της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ και κατά πλειοψηφία εγκρίθηκε το σχέδιο πολιτικής απόφασης που ήταν στη γραμμή της στρατηγικής του Αλέξη Τσίπρα.
Το Σάββατο ο κ. Τσίπρας έκανε Άνοιγμα στο ΚΚΕ, τον ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του Οικολόγους αλλά και σε όλες τις δυνάμεις «που απεγκλωβίζονται από το μνημόνιο και στρέφονται προς την αριστερά, τους ανεξάρτητους βουλευτές, τα ρεύματα και τις ομάδες που αμφισβητούν πλέον ανοιχτά την πολιτική του Μνημονίου».
Απορρίφθηκε η πρόταση της Αριστερής Πλατφόρμας
Η τροπολογία που κατέθεσε η Αριστερή Πλατφόρμα για το ζήτημα των συμμαχιών έλαβε 59 ψήφους υπέρ, 84 κατά, 4 λευκά, ενώ υπήρξαν και 7 αποχές.
Το Σάββατο η Αριστερή Πλατφόρμα εξέφρασε την πλήρη διαφωνία της σε ενδεχόμενη συνεργασία κεντροαριστερών δυνάμεων και κατέθεσε δύο τροπολογίες, μία για την κοινή δράση και τη συνεργασία της Αριστεράς και μία για την οργανωτική ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.
Η Αριστερή Πλατφόρμα αποκλείει κάθε συνεργασία με δυνάμεις που προέρχονται από τη ΔΗΜΑΡ και το ΠΑΣΟΚ, ενώ με τον τρόπο που είναι διατυπωμένη η τροπολογία αφήνει σαφώς να εννοηθεί η ανησυχία της για τις κατευθύνσεις της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.
Η συνεδρίαση και οι διαφοροποιήσεις στελεχών
Δεκάδες ήταν οι ομιλητές που εξέφρασαν τον έντονο προβληματισμό τους για την πολιτική συμμαχιών, αν δηλαδή θα επιδιώξει συνεργασία με βουλευτές άλλων κομμάτων ή ανεξάρτητους με στόχο να αποτραπεί η εκλογή Προέδρου και να προκληθούν εκλογές, ή θα αποφευχθούν συμμαχίες με πρόσωπα που έχουν στηρίξει τα μνημόνια με στόχο να κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ πιο αποφασιστικά στο κοινωνικό πεδίο για μια άλλου τύπου συμμαχία, με κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά.
Κατά τη συνεδρίαση της Κυριακής στην ομιλία του ο Παναγιώτης Λαφαζάνης υποστήριξε ότι ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν πρέπει να επιχειρήσει συνεργασίες συνολικά ή επιλεκτικά με κεντροαριστερές δυνάμεις αλλά αντίθετα πρέπει να ανοίξει ισχυρό μέτωπο απέναντι τους με στόχο τη συρρίκνωσή τους και τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνικής βάσης τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, συνέχισε ο κ. Λαφαζάνης, πρέπει να αποκλείσει ρητά κάθε μορφής συνεργασία με δυνάμεις και πρόσωπα που ψήφισαν, στήριξαν και εφάρμοσαν στη Βουλή, από κυβερνητικές θέσεις ή από θέσεις ευθύνης, νεοφιλελεύθερες και κυρίως μνημονιακές πολιτικές που κατέστρεψαν τη χώρα.

Επίσης κατά τη συνεδρίαση υπήρξε κριτική για αδράνεια που παρατηρήθηκε στη λειτουργία των κομματικών οργάνων κατά την προεκλογική περίοδο, αλλά και αιχμές για προσωπικές στρατηγικές και προτάσεις για πλήρη κομματική ανασυγκρότηση.

Έσο έτοιμοι
Κλείνοντας τις εργασίες της ΚΕ ο κ. Τσίπρας είπε ότι ο πολιτικός σχεδιασμός του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι υπόθεση εβδομάδων και ημερών, καθώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκληθούν εξελίξεις. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πρόσθεσε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μεγάλο σπίτι της Αριστεράς και να αντιστοιχηθούμε με τους εκατοντάδες χιλιάδες που ταλαντεύονται και τους ψηφοφόρους μας, ότι μπορούμε να δώσουμε προοπτική στον τόπο.
Κατά συνέπεια βρισκόμαστε ενώπιον δύο στρατηγικών επιλογών, είπε ο κ. Τσίπρας. Η μία είναι να αφήσουμε την κυβέρνηση να βράσει στο ζουμί της μέχρι να πέσει σαν ώριμο φρούτο, κάτι όμως που μπορεί να μας πάει μέχρι το 2016 με καταστροφικά αποτελέσματα για τον τόπο και να δώσουμε τη μάχη σε άλλες συνθήκες. Η άλλη επιλογή είναι να κάνουμε τα πάντα ώστε να προκαλέσουμε συνθήκες κλιμάκωσης των αγώνων και να προκαλέσουμε προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία άμεσα, εντός του 2014, επιλογή την οποία υποστήριξε ο ίδιος.
Ο κ. Τσίπρας απάντησε με οξύτητα σε υπαινιγμούς και ψιθύρους ότι ο ίδιος αποσκοπεί στην ανασύσταση της Κεντροαριστεράς, επισημαίνοντας τις συλλογικές αποφάσεις, αλλά και την πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ότι αν αναδειχθεί στην κυβέρνηση θα προκαλέσει συγκρούσεις και δεν πρόκειται να συμβιβαστεί. Είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν θα ανεχθώ να λένε ότι το σχέδιο είναι να πάμε σε νέες Βάρκιζες».
Για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας
Για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσίπρας είπε ότι δεν είναι τεχνικό θέμα, αλλά πρωτίστως πολιτικό και πρόσθεσε ότι η αποτροπή εκλογής Προέδρου είναι σημαντική απόφαση που δεν μπορεί να γίνει σε κεντρικό και θεσμικό επίπεδο κορυφής, αλλά στη βάση πρωτοβουλιών, πολιτικών και κινηματικών.
Ανοιχτό το ενδεχόμενο για σύσταση εξεταστικής για τα υποβρύχια
Όπως είπε στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναλάβει πρωτοβουλίες, μέσα και έξω από τη βουλή και στη βάση προγραμματικών δεσμεύσεων. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα πρωτοβουλιών προς αυτή την κατεύθυνση είναι η συλλογή υπογραφών για το θέμα των υποβρυχίων είπε χαρακτηριστικά. Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα απευθυνθεί σε βουλευτές άλλων κομμάτων για συνεργασία σε διάφορα κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι και η αριθμητική έχει τη σημασία της, παραπέμποντας προφανώς στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Το σχέδιο απόφασης
Σύμφωνα με το σχέδιο απόφασης «τα σχέδια της κυβέρνησης μπορούν να ανατραπούν με πρωτοβουλίες σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο που θα αποτρέπουν τις κυβερνητικές επιδιώξεις» αναφορά που παραπέμπει στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και προσθέτει ότι «η προοδευτική αλλαγή στη χώρα δεν θα προέλθει από ανακατατάξεις στην κορυφή της πυραμίδας του πολιτικού σκηνικού, αλλά κυρίως στη βάση με τη συγκρότηση και ενεργοποίηση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας».
Το σχέδιο πολιτικής απόφασης, που σε μεγάλο βαθμό απηχεί το πνεύμα της εισήγησης της Πολιτικής Γραμματείας καταγράφει όλα αυτά τα προβλήματα που έθεσαν οι ομιλητές και υπογραμμίζει τη βούληση του κόμματος για την αντιμετώπισή τους. Μάλιστα, στο σχέδιο απόφασης έχει ενσωματωθεί πρόταση, σύμφωνα με την οποία η Κεντρική Επιτροπή αποφασίζει, λόγω των ειδικών συνθηκών που διέρχεται η χώρα και μέχρι την επόμενη συνεδρίαση της ΚΕ, η ΠΓ και το προεδρείο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας να βρίσκονται σε διαρκή συνεδρίαση, έτσι ώστε το κόμμα να μπορεί να αντιμετωπίσει συλλογικά και θεσμικά οποιοδήποτε ζήτημα προκύψει.
Σύμφωνα με το σχέδιο απόφασης, οι κομματικές οργανώσεις πρέπει να ολοκληρώσουν μέχρι τα μέσα Ιουλίου την αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, ενώ παράλληλα οι περιφερειακές οργανώσεις πρέπει να προωθήσουν τις προτάσεις τους για την ενίσχυση της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η συνολική εργασία (αποτίμηση αποτελέσματος, προτάσεις για την πολιτική δράση και την ανασυγκρότηση του κόμματος) θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι έτοιμος ακόμη και για το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών.

Πηγές: ΑΜΠΕ,naftemporiki

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Αριστερά, κυβέρνηση, εξουσία

(Συνέντευξη στο περιοδικό Μαρξιστική Σκέψη, τεύχος 9, Απρίλης - Ιούνης 2013)

Τον Ιούνιο του 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε οριακά να αναδειχτεί πρώτο κόμμα, σήμερα όμως είναι διάχυτη η εντύπωση ότι θα υπερισχύσει στις επόμενες εκλογές και θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Για τον απλό κόσμο που πλήττεται από την κρίση αυτό αποτελεί μια ελπίδα και ένα βήμα εμπρός. Ποιοι όμως είναι οι όροι ώστε αυτό το βήμα να μη μείνει μετέωρο και να οδηγήσει σε ουσιαστικές ριζοσπαστικές αλλαγές;

Για να μπορέσει να δικαιωθεί η πρωτοφανέρωτη κοινωνική και πολιτική δυναμική που βγήκε στο προσκήνιο το προηγούμενο διάστημα, να σταματήσει η καταστροφή και να ανοίξουν δρόμοι κοινωνικοί σχηματισμού, πρέπει ένα ευρύ κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο να διεκδικήσει την κυβερνητική και πολιτική εξουσία. Αυτό έχει τρεις κρίσιμες προϋποθέσεις:
Α) Ένα μεταβατικό πρόγραμμα που να μπορεί πραγματικά να δώσει διέξοδο απέναντι στο τοπίο της μνημονιακής καταστροφής. Αναπόδραστη αφετηρία του δεν μπορεί παρά να είναι η άμεση έξοδος από το ευρώ ,η ρήξη και αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακριβώς γιατί είναι αδύνατο να υπάρξει οποιαδήποτε φιλολαϊκή διέξοδος εντός της ευρωζώνης και της συστημικής βίας από τη μεριά του ευρωπαϊκού κέντρου, και η διαγραφή του χρέους.  Η ανάκτηση νομισματικής κυριαρχίας πρέπει να συνδυαστεί με ένα γενναίο πρόγραμμα εθνικοποιήσεων, αναδιανομή εισοδήματος προς όφελος των εργαζομένων, πειράματα αυτοδιαχείρισης και εργατικού ελέγχου. Με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, τη διατροφική επάρκεια, την ανασυγκρότηση των συλλογικών παραγωγικών δυνατοτήτων, την προστασία του περιβάλλοντος, την αναβάθμιση των συλλογικών αγαθών, συνολικά ένα νέο αναπτυξιακό, καταναλωτικό, παραγωγικό πρότυπο, με αφετηρία την επινοητικότητα και την πρωτοβουλία των ίδιων των μαχόμενων δυνάμεων της εργασίας, της γνώσης και του πολιτισμού.
Β) Ακριβώς επειδή ένα τέτοιο πρόγραμμα θα σηματοδοτήσει μια κατεύθυνση ανοιχτής σύγκρουσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου δεν μπορεί παρά να στηριχτεί στο ξεδίπλωμα σύγχρονων μορφών δυαδικής εξουσίας, το πιο πλατύ ξεδίπλωμα μορφών λαϊκής αυτοοργάνωσης, αλληλεγγύης και αυτοάμυνας, με έμφαση στη λαϊκή πρωτοβουλία.
Γ) Μια τέτοια κατεύθυνση δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στην τυπική διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας μέσα στα όρια της τρέχουσας «νομιμότητας» είτε μιλάμε για το εθνικό είτε για το ευρωπαϊκό θεσμικό «κεκτημένο». Αντίθετα, θα απαιτήσει ρήξεις και ανατροπές, ευθεία αμφισβήτηση και του «δικαιώματος στην ιδιοκτησία» και του «διευθυντικού δικαιώματος», μέσα από μια «συντακτική διαδικασία» υπό την πίεση του λαϊκού παράγοντα.
Μια τέτοια προσπάθεια δεν αφορά απλώς μια «κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας» με πρωτοβουλία της Αριστεράς, ούτε απλώς μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αφορά τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου «ιστορικού μπλοκ», της συνάντησης ανάμεσα σε μια πλατιά κοινωνική συμμαχία, ένα πρόγραμμα μετασχηματισμού της νεοελληνικής κοινωνίας έξω και πέρα από τον «ευρωπαϊκό δρόμο», και νέες μορφές δημοκρατίας. Δυστυχώς, οι προτάσεις και οι κατευθύνσεις που έρχονται από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, με τον καταναγκαστικό ευρωπαϊσμό και την προσήλωση στη «νομιμότητα», δεν αναλογούν σε αυτή την πρόκληση και απειλούν να διαψεύσουν την ελπίδα του κόσμου που στρέφεται προς τα εκεί.

Ας επιμείνουμε λίγο στο ζήτημα των όρων. Ένα πρώτο θέμα είναι ότι για να σχηματιστεί η κυβέρνηση της Αριστεράς θα χρειαστεί λογικά τη στήριξη και κάποιων άλλων δυνάμεων εκτός του ΣΥΡΙΖΑ. Ποιες μπορεί να είναι αυτές, με δεδομένη την άρνηση του ΚΚΕ;

Όπως σας είπα και πριν, το πρόβλημα είναι ότι η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον σε επίπεδο ηγετικής ομάδας και κεντρικών κατευθύνσεων, δεν έχει σχέση με μια στρατηγική πραγματικά αριστερής διακυβέρνησης και διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας. Η λογική της επαναδιαπραγμάτευσης, η προσπάθεια εύρεσης διαύλων επικοινωνίας με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, η διαβεβαίωση των επιχειρηματιών ότι δεν θα θιχτούν, οι ανιστόρητες προτάσεις για «Νέο Σχέδιο Μάρσαλ» και πάνω από όλα η επιμονή στο ευρώ ως «εθνικό νόμισμα» όλα αυτά αποτελούν πολιτικά όρια της κεντρικής γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτή την έννοια, η γενική επίκληση της ενότητας της Αριστεράς γύρω από μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια γραμμή αδιέξοδη. Αυτό δεν σημαίνει ότι δίνει κάποια προοπτική και η λογική του ΚΚΕ, με την ηττοπαθή και σεχταριστική γραμμή που παραπέμπει τα πάντα σε μια σοσιαλιστική επανάσταση για την οποία οι συνθήκες δεν είναι ποτέ ώριμες. Αντίθετα, χρειαζόμαστε ριζική αλλαγή του τοπίου στην Αριστερά και το κίνημα. Χρειαζόμαστε μια νέα μορφή αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου που να μην είναι απλή αναδιάταξη των συσχετισμών της Αριστεράς αλλά διεργασία που να τροφοδοτείται από τη δυναμική και την έμπνευση της λαϊκής πρωτοβουλίας. Αφετηρία πρέπει να είναι, εδώ και τώρα, με τόλμη και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, η συσπείρωση όλων των δυνάμεων που θεωρούν ότι σήμερα η ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ είναι η αναγκαία αφετηρία για μια φιλολαϊκή διέξοδο. Μια τέτοια κατεύθυνση είναι που θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα στην Αριστερά, να πιέσει και να μετατοπίσει και όσους διαλέγουν αδιέξοδους δρόμους, να παραμερίσει τα διαχειριστικά αντανακλαστικά και να επιτρέψει όντως η αναμέτρηση με το ερώτημα της κυβερνητικής εξουσίας να γίνει με όρους νικηφόρους. Γιατί διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος μια κυβέρνηση με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ να συντριβεί από τα όρια της δικής της γραμμής αλλά και τους εκβιασμούς της ΕΕ και του ΔΝΤ – μικρή γεύση των οποίων πήραμε από το πώς ταπείνωσαν την κυπριακή κυβέρνηση – και να αποτελέσει απλώς το διάλειμμα πριν την ακροδεξιά ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού.

Υπάρχει βέβαια το καίριο ζήτημα των κοινωνικών όρων επιτυχίας μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Ποιοι είναι οι μίνιμουμ αναγκαίοι μετασχηματισμοί ώστε να μην καταλήξει σε απλή κυβερνητική εναλλαγή; Αναφερόμαστε σε όλα τα πεδία, οικονομία, κράτος, νομοθεσία, κοινωνία. Και πάντα με δεδομένο ότι η κοινωνική αποδιάρθρωση επιδεινώνεται δραματικά, επομένως δεν αρκούν κάποιες οριακές αλλαγές…

Μια κυβέρνηση της Αριστεράς, με τον τρόπο που προσπάθησα να την περιγράψω παραπάνω, πρέπει να μπορεί εξαρχής να προσφέρει μια συγκεκριμένη εναλλακτική αφήγηση και να είναι προετοιμασμένη για όλα τα βήματα. Πρέπει να πει την αλήθεια στην κοινωνία, να τονίσει τις αναγκαστικές δυσκολίες που θα έχει η άμεση έξοδος από το Ευρώ, η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα, η διαγραφή του χρέους και πλήρης αποκοπή από τις ευρωπαϊκές δανειακές ροές, αλλά και τις δυνατότητες που δίνουν για την ενίσχυση της δημόσιας δαπάνης, την καταπολέμηση της ανεργίας, την αξιοποίηση συλλογικών παραγωγικών δυνατοτήτων που σήμερα είναι σε αχρηστία. Πρέπει να στηριχτεί στη λαϊκή πρωτοβουλία και δυναμική απέναντι στις κάθε λογής απαντήσεις από τη μεριά των δυνάμεων του κεφαλαίου και τμημάτων του κρατικού μηχανισμού. Χωρίς ένα ισχυρό κίνημα που να μπορεί να υποστηρίζει τα κατειλημμένα εργοστάσια και τα δίκτυα αλληλεγγύης και αυτοδιαχείρισης, που να κάνει πράξη μορφές εργατικού και κοινωνικού ελέγχου στο τραπεζικό σύστημα, που να απαντά άμεσα και αποφασιστικά σε κάθε λογής κερδοσκοπίες και που να κάνει συλλογική μάχη την εμπιστοσύνη στο νέο νόμισμα και τη νέα οικονομική πολιτική, ακόμη και μια κυβέρνηση με σωστό πρόγραμμα θα είναι διαρκώς ευάλωτη. Αυτό θα απαιτήσει και μεγάλες θεσμικές τομές που θα βάζουν περιορισμούς στο δικαίωμα στη μεγάλη ιδιοκτησία, θα αμφισβητούν το διευθυντικό δικαίωμα, θα κατοχυρώνουν μορφές εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, επομένως μια διαδικασία όχι απλώς «νομοθέτησης» αλλά μια «συντακτική διαδικασία» με πρωτοβουλία των ίδιων των λαϊκών μαζών, ακριβώς για να σηματοδοτείται η ρήξη και η τομή και στην ίδια την υλικότητα των κρατικών μηχανισμών, σε μια κατεύθυνση μετασχηματισμού των κοινωνικών σχέσεων. Όλα αυτά απαιτούν και μεγάλες αξιακές ανατροπές, μια νέα συλλογική ηθική της συμμετοχής, της κοινής προσπάθειας, της πάλης για τη συλλογική επιβίωση αλλά και τον κοινωνικό μετασχηματισμό.

Η πολιτική των μνημονίων είναι στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης, αφού χωρίς την ανατροπή της δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Αναδιαπραγμάτευση, παύση πληρωμών, μέσα ή έξω από το ευρώ, μονομερείς ή μη ενέργειες, έχουν γίνει καθημερινές έννοιες. Ωστόσο, η συζήτηση διεξάγεται συχνά από μια στατική αφετηρία. Ας επιχειρήσουμε μια διαφορετική τοποθέτηση: πότε, σε ποιες συνθήκες, με ποιους όρους μπορεί να συμβεί το ένα και πότε θα γίνει απαραίτητο το άλλο;

Νομίζω ότι έχει γίνει πια σαφές ότι είναι αδύνατο να έχουμε οποιαδήποτε απαλλαγή από το βραχνά των μνημονίων χωρίς ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ. Έχει φανεί πια ότι περιθώρια επαναδιαπραγμάτευσης των δανειακών συμβάσεων ώστε να μην είναι συνώνυμες με την ακραία λιτότητα και τη μετατροπή της Ελλάδας σε μια «Ειδική Οικονομική Ζώνη» δεν υπάρχουν. Αναγκαστικά χρειαζόμαστε μονομερείς ενέργειες και μάλιστα άμεσα. Ωριμάζει μέσα στην κοινωνία η αντίληψη ότι μπορούμε και πρέπει να φύγουμε τώρα από το ευρώ και αυτό όχι μόνο να μην είναι καταστροφή αλλά αφετηρία προοδευτικών και φιλολαϊκών ανατροπών. Η λογική που λέει ότι κατά κάποιο τρόπο είτε θα πείσουμε τους Ευρωπαίους ότι είναι προς το συμφέρον τους να εγκαταλείψουν την αδιέξοδη πολιτική τους, αντανακλά την παλιά αυταπάτη της ρεφορμιστικής αριστεράς – που κυρίως στην Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από τη δεξιόστροφη εκδοχή του «ανανεωτικού ρεύματος» – ότι μπορούμε να έχουμε καλύτερες προτάσεις από του αστούς ως προς το δικό τους συμφέρον. Δυστυχώς, η λογική ότι είμαστε «too big to faιl» και άρα κάποια στιγμή θα μας βοηθήσουν θέλουν δεν θέλουν, έχει πλέον διαψευστεί στην πράξη. Η Κύπρος δείχνει ότι πλέον δεν έχουν κανένα πρόβλημα να κλιμακώσουν την παραδειγματική οικονομική και κοινωνική «πειθάρχηση» ολόκληρων χωρών. Όσο για τη λογική ότι η λύση είναι μόνο ευρωπαϊκή αποπνέει τραγική άγνοια του εμπεδωμένου φιλελευθερισμού της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, την ίδια ώρα που όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι η αναμονή για τον υποτιθέμενο πανευρωπαϊκό ξεσηκωμό απλώς χαρίζει χρόνο στις μνημονιακές δυνάμεις να ολοκληρώσουν το καταστροφικό τους έργο.


Σήμερα επίσης γίνεται αρκετή συζήτηση για «Σχέδια Β», παραγωγική ανασυγκρότηση, κ.λπ. Έχει η ως τώρα συζήτηση στην Αριστερά αποσαφηνίσει αυτά τα ζητήματα και ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι πιο σημαντικές εκκρεμότητες;

Εδώ είναι που έχουμε τις μεγαλύτερες αδυναμίες. Μεγάλο μέρος της συζήτησης στην Αριστερά έχει μείνει σε γενικές διατυπώσεις και θέσεις αρχών, ακόμη και εάν αυτές, ιδίως εκείνες που μιλάνε για την ανάγκη ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ, έχουν ορθή αφετηρία. Χρειαζόμαστε ένα πολύ πιο συγκεκριμένο πρόγραμμα για τον αναγκαίο «άλλο δρόμο» για την ελληνική κοινωνία που να απαντάει σε συγκεκριμένα και επείγοντα ερωτήματα. Πώς μπορούμε με αφετηρία τις εθνικοποιήσεις και την αύξηση της δημόσιας δαπάνης σε συνθήκες εθνικού νομίσματος να μπορέσουμε να έχουμε άμεση και σημαντική αύξηση της απασχόλησης, ξεκινώντας από την άμεση κάλυψη όλων των αναγκαίων κοινωνικά χρήσιμων θέσεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα; Πώς μπορούμε να έχουμε ένα κίνημα για την επαναλειτουργία κλειστών εργοστασίων και επιχειρήσεων με αφετηρία τον εργατικό έλεγχο και την αυτοδιαχείριση; Πώς μπορούμε να έχουμε διατροφική επάρκεια ξεκινώντας από την αναγέννηση του αγροτικού κόσμου, μια νέα μάχιμη συνεταιριστική κατεύθυνση και το πλήρες ξεδίπλωμα πρακτικών και δικτύων άμεσης πρόσβασης των προϊόντων από τους παραγωγούς στους καταναλωτές «χωρίς μεσάζοντες». Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ενεργειακό πρόβλημα και να περιορίσουμε την εξωτερική ενεργειακή εξάρτηση που θα αποτελέσει και από τα βασικότερα πεδία εκβιασμού μιας πραγματικά αριστερής κυβέρνησης; Πώς μπορούμε να έχουμε ένα πλήρες δημόσιο σύστημα υγείας, που να στηρίζεται στην πρόληψη και τη βελτίωση των όρων διαβίωσης και όχι στην εκ των υστέρων «επισκευή»; Πώς μπορούμε, σε τελική ανάλυση, να βρούμε έναν τρόπο να συντονίζουμε και να σχεδιάζουμε την οικονομική δραστηριότητα, χωρίς την καταφυγή στον καταναγκασμό της αγοράς; Όλα αυτά απαιτούν συλλογική προσπάθεια και αξιοποίηση όλου του δυναμικού του κινήματος που έχει τη γνώση και το μεράκι να προσφέρει ιδέες και τρόπους για να αντιμετωπίσουμε όλες αυτές τις μεγάλες προκλήσεις. Σημαίνει αυτό ότι βλέπουμε τις μάχες που δίνουμε και στο κίνημα και στο συντονισμό και ως μια διαδικασία παραγωγής γνώσης και ιδεών για το πώς «μπορούν να πάνε τα πράγματα αλλιώς». Δεν μπορεί να είναι απλώς μια υπόθεση «προγραμματικών επεξεργασιών» από κομματικά επιτελεία της Αριστεράς, αλλά κομμάτι μιας μεγάλης συλλογικής προσπάθειας, πολιτικής και θεωρητικής για την επεξεργασία αυτού του «άλλου δρόμου» για την ελληνική κοινωνία.

Από τις εκλογές του 2012 το ΚΚΕ επιμένει ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα διέφερε ουσιαστικά σε τίποτα από μια κυβέρνηση της ΝΔ και θα ήταν εξίσου επικίνδυνη για τους εργαζόμενους, απορρίπτοντας κάθε κοινή δράση με τις άλλες αριστερές δυνάμεις. Πώς κρίνετε τη στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ; Υπάρχουν κάποια πραγματικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ελπίδα πως μπορεί να αλλάξει, και αν όχι πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί;

Η ηγεσία του ΚΚΕ έχει επιλέξει μέσα στην περίοδο μια επικίνδυνη πολιτική γραμμή. Το βασικό πρόβλημα με τη γραμμή του ΚΚΕ δεν είναι τόσο ο τόνος της πολεμικής του απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, όσο η εκτίμηση του για τη συγκυρία. Το ΚΚΕ ουσιαστικά θεωρεί ότι δεν βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου η ταξική πάλη έχει οξυνθεί στο βαθμό που να αποσταθεροποιεί την αστική εξουσία, εκτιμά ότι δεν μπορούμε να έχουμε ουσιαστικά ρήγματα και ταυτίζει την προετοιμασία για ρήξεις με τη δική του ενίσχυση, διαλέγοντας έτσι συνειδητά μια πολιτική κατεύθυνση σεχταρισμού και εχθρότητας προς τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς. Στη βάση αυτής της εκτίμησης το ΚΚΕ υποστηρίζει ότι σήμερα δεν μπορούμε να έχουμε ρήγματα, δεν μπορούμε να έχουμε ανατροπές, δεν μπορούν να ξεκινήσουν έστω και αντιφατικές διαδικασίες κοινωνικού μετασχηματισμού. Γι’ αυτό το λόγο και το ΚΚΕ αρνείται σήμερα ότι μια αριστερή κυβέρνηση, με πρόγραμμα ρήξεων όπως η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ θα μπορούσε να είναι η αφετηρία μιας αναγκαστικά πρωτότυπης επαναστατικής διαδικασίας. Αντίθετα, πηγαίνει στο συνέδριο με μια σειρά από θέσεις που παραπέμπουν σε μια εγκεφαλική σύλληψη της επαναστατικής διαδικασίας, ένα φραστικό αντικαπιταλισμό που απλώς αναβάλλει διαρκώς την αναμέτρηση με τα σημερινά, αναγκαστικά άνισα και μετέωρα, στοιχεία αποσταθεροποίησης της αστικής ηγεμονίας. Απέναντι σε αυτή την καταστροφική πολιτική είναι αισιόδοξο στοιχείο όλες οι φωνές κριτικής που αρθρώνονται μέσα στη προσυνεδριακή συζήτηση του ΚΚΕ. Γι’ αυτό το λόγο και αυτό που χρειάζεται απέναντι στην ηττοπαθή πολιτική του ΚΚΕ είναι να υπάρξει μια άλλη δυναμική μέσα στην Αριστερά που να είναι πραγματικά ενωτική αλλά και ταυτόχρονα – σε αντίθεση με τη γραμμή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ –να παίρνει θέση πάνω σε όλα τα μεγάλα ανοιχτά ερωτήματα ξεκινώντας από την αναπόδραστη αναμέτρηση με το ερώτημα της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ.


Ενώ φυσικά δεν συμφωνούμε ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα ήταν το ίδιο με της ΝΔ, θα υπάρξει ο κίνδυνος να κάνει υπερβολικούς συμβιβασμούς και/ή να έχει παρόμοια τύχη με την κυβέρνηση του Αλιέντε. Πολύ περισσότερο όταν είναι βέβαιο ότι θα ασκηθούν αφόρητες πιέσεις από τη μεριά του διευθυντηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τι μας διδάσκει το παρελθόν σχετικά με αυτούς τους κινδύνους;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οποιαδήποτε αριστερή κυβέρνηση δοκιμάσει ένα πρόγραμμα ρήξης θα βρεθεί στο στόχαστρο και των δυνάμεων του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Επιπλέον, είναι σαφές ότι τμήματα του ίδιου του κρατικού μηχανισμού θα δοκιμάσουν να αντιδράσουν. Η εμπειρία της Χιλής έδειξε με τον πιο οδυνηρό ότι μια απόπειρα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού που δεν αγγίζει ούτε μετασχηματίζει το σκληρό πυρήνα των κατασταλτικών μηχανισμών και δεν δοκιμάζει μορφές λαϊκής αυτοάμυνας, είναι ευάλωτη. Αλλά ακόμη και στο οικονομικό επίπεδο ο εκβιασμός της κυπριακής κυβέρνησης να από την Τρόικα δείχνει και τη συστημική βία που μπορεί να υπάρξει μέσα στις σύγχρονες καπιταλιστικές ολοκληρώσεις. Αυτό σημαίνει ότι θα αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε προσπάθεια «επαναδιαπραγμάτευσης» ως διαδικασία στην οποία θα πρέπει να ασκήσουν τη μέγιστη πίεση, ξεκινώντας από τη διακοπή κάθε χρηματοδότησης, τακτική που σε μικρότερη κλίμακα έχουν χρησιμοποιήσει ήδη απέναντι ακόμη και στις μνημονιακές κυβερνήσεις (με τους περιοδικούς εκβιασμούς για τις δανειακές «δόσεις»). Αυτό κάνει ακόμη πιο επιτακτικό μια αριστερή κυβέρνηση να είναι εκ των προτέρων έτοιμη να προχωρήσει άμεσα σε ρήξεις όπως η άμεση έξοδος από το ευρώ, η πλήρης εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των στρατηγικών επιχειρήσεων, η επιβολή φραγμών στην κίνηση κεφαλαίων και η παύση πληρωμής στο χρέος ώστε να μειώσει τη δυνατότητα εκβιασμού από τη μεριά της ΕΕ και του ΔΝΤ. Γι’ αυτό και σήμερα το «σταυρικό ζήτημα» της Αριστεράς είναι η στάση απέναντι στο Ευρώ και την ΕΕ. Γι’ αυτό και χρειάζεται από τώρα με τρόπο συστηματικό να προβληθεί και να γίνει τμήμα του «κοινού νου» του λαϊκού κινήματος η ρήξη με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ως αναγκαστική αφετηρία ενός «άλλου δρόμου» για την ελληνική κοινωνία.

Στο ίδιο θέμα της κυβέρνησης της Αριστεράς διατυπώνονται κριτικές και από την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, βασικά την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Θα σημειώσουμε εδώ μερικές. Μια πρώτη είναι ότι η προοπτική ανόδου στην κυβέρνηση συνοδεύεται από μια διαρκή μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς πιο δεξιές θέσεις και θεσμικές προσαρμογές στα πλαίσια του συστήματος. Αυτό θα αποξενώσει τους εργαζόμενους, οδηγώντας σε ένα συνολικό συμβιβασμό με το κατεστημένο.

Το πρόβλημα με την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν βλέπει την κυβερνητική προοπτική ως μια τμήμα μιας διαδικασίας μετασχηματισμού με σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Αντίθετα, φαίνεται σαν έχει, έστω και με άλλη κατάληξη, μια εκτίμηση ανάλογη με αυτή του ΚΚΕ: το επίδικο είναι απλώς η κοινωνική σωτηρία που πρέπει να την κάνει μια κυβέρνηση με συμμετοχή της Αριστεράς, ώστε να αποφευχθεί η κοινωνική καταστροφή και σε επόμενο χρόνο, πολύ μεταγενέστερα, ξανασυζητάμε για το σοσιαλισμό. Γι’ αυτό το λόγο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί δεδομένες όλες τις βασικές παραμέτρους της αστικής πολιτικής, όπως είναι το ευρώ, η εξάρτηση από δανειακές και άλλες ροές από την Ευρωζώνη, η εμπιστοσύνη των αγορών, η οικονομική ανάπτυξη μέσα από την επιχειρηματική δραστηριότητα. Εάν, όμως, κανείς θεωρεί δεδομένες αυτές τις παραμέτρους, τότε αναγκαστικά σκέφτεται με όρους «ρεαλισμού» και «πραγματισμού» και εγκλωβίζεται σε ένα συνδυασμό δικαιότερης λιτότητας και επαναδιαπραγμάτευσης με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Αυτό εξηγεί την σταδιακή μετατόπιση των κεντρικών θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, τον τρόπο που π.χ. δεν δεσμεύεται για την πλήρη ανάκαμψη των αποδοχών, ή τον τρόπο που προσπαθεί να καθησυχάσει τμήμα του επιχειρηματικού κόσμου, ή – σε συμβολικό επίπεδο – την προσπάθεια ταύτισης με ιστορικές μορφές που εκπροσώπησαν το αίτημα του αστικού εκσυγχρονισμού από τον Ε. Βενιζέλο έως τον Κ. Καραμανλή. Μια τέτοια κατεύθυνση, ιδίως εάν αρχίσει να γίνεται κυβερνητική πρακτική, σταδιακά θα φέρει την κυβέρνηση με συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκρουση με τις προσδοκίες των λαϊκών τάξεων, την ίδια ώρα που οι πιστωτές θα έχουν κάθε λόγο να επιτείνουν τον εκβιασμό τους με στόχο την ανατροπή και της κυβέρνησης, ώστε να επιστρέψουμε σε ακόμη πιο επιθετικές μνημονιακές κυβερνήσεις, με αξιοποίηση και της ακροδεξιάς. Τότε η Αριστερά θα έχει χρεωθεί μια ιστορική ήττα τεράστιων διαστάσεων.

Μια δεύτερη αντίρρηση είναι ότι όπου επιχειρήθηκε να ανατραπεί κοινοβουλευτικά ο καπιταλισμός ή έστω να εμποδιστεί έτσι ο φασισμός, τα σχετικά εγχειρήματα απέτυχαν. Κλασικά παραδείγματα η Χιλή του Αλιέντε και το Λαϊκό Μέτωπο στην Ισπανία. Υπάρχει, βέβαια, και η πρόσφατη εμπειρία της Βενεζουέλας, όπου ριζοσπαστικές αλλαγές στηρίχτηκαν και κοινοβουλευτικά. Πώς μπορεί να δούμε τη σχέση «κοινοβουλευτικού» και «εξωκοινοβουλευτικού», ή πιο γενικά, τη σχέση μεταρρύθμισης και επανάστασης στην εποχή μας;

Είναι επείγον να ανοίξει ξανά η συζήτηση για μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική. Αυτή πρέπει να ξανακοιτάξει δημιουργικά την εμπειρία των νικηφόρων επαναστάσεων το 20ου αιώνα (αλλά και την τραγική εκμεταλλευτική και καταπιεστική μετάλλαξή τους), αλλά και άλλα πειράματα που δοκίμασαν εκδοχές αξιοποίησης και των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, χωρίς να μπορέσουν να είναι νικηφόρα. Ταυτόχρονα, τα προχωρήματα αλλά και οι αντιφάσεις των σύγχρονων εκδοχών αριστερής διακυβέρνησης, κύρια στο «εργοστάσιο των ονείρων» που είναι αυτή τη στιγμή η Λατινική Αμερική, επίσης πρέπει να μελετηθούν. Χρειαζόμαστε μια πρωτότυπη επαναστατική στρατηγική που να λαμβάνει υπόψη της, όπως ήδη από τη δεκαετία του 1930 τόνιζε ο Γκράμσι, την επέκταση, το βάθος και την περιπλοκότητα των σύγχρονων ηγεμονικών μηχανισμών και κατά συνέπεια να μπορεί να στοχαστεί ένα σύγχρονο «πόλεμο θέσεων» για τη διαμόρφωση της σύγχρονης εργατικής ηγεμονίας. «Πόλεμος θέσεων» σήμερα δεν σημαίνει ούτε αποφυγή της ιστορικής επιτάχυνσης και των εξεγερσιακών καταστάσεων, ούτε εγκλωβισμό σε μια αργή διαδικασία προοδευτικού μετασχηματισμού των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών. Σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μιλάμε για τη φαντασίωση μιας «στιγμιαίας» επαναστατικής εξέγερσης που θα επιβάλει την εργατική εξουσία, αλλά για μια πολύ πιο σύνθετη, αντιφατική και διακυβευόμενη ιστορική πορεία που, υπό την προϋπόθεση του μετασχηματισμού της πολιτικής κρίσης σε ηγεμονική κρίση, θα μπορεί να συνδυάσει την κοινοβουλευτική διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας, με το ανέβασμα των λαϊκών αγώνων, και την εκκίνηση μια περιόδου κοινωνικού πειραματισμού και μετασχηματισμού και των οικονομικών και των πολιτικών μορφών, σε μια περίοδο συνεχών ρήξεων, πολιτικοποίησης της κοινωνίας και ενίσχυσης των τάσεων σοσιαλιστικού μετασχηματισμού απέναντι στις διαρκώς αναδυόμενες τάσεις επιστροφής στην καπιταλιστική «δύναμη της συνήθειας».

Μια τρίτη αντίρρηση αφορά την αναγκαιότητα του εργατικού ελέγχου και της έναρξης μιας και προγραμματικά αποτυπωμένης διαδικασίας μετάβασης στο σοσιαλισμό. Υποστηρίζεται ότι χωρίς αυτό, ακόμη και η πιο ριζοσπαστική εκδοχή της αριστερής διακυβέρνησης, με έξοδο από το ευρώ, κ.λπ., θα οδηγηθεί μοιραία σε αδιέξοδο. Πόσο μάλλον η παραμονή στο ευρώ και την ΕΕ…

Ταυτόχρονα, είναι σαφές ότι μια διαφορετική κατεύθυνση απαιτεί και μια άλλη ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα, απαιτεί νέες μορφές οργάνωσης του λαού, μορφές άμεσης δημοκρατίας, αυτοδιαχείρισης, επιβολής της συλλογικής βούλησης: στις συνελεύσεις των χώρων δουλειάς και στις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές, στα κατειλημμένα και αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια, στις ομάδες περιφρούρησης και αυτοάμυνας στις γειτονιές, στις επιτροπές εργατικού και κοινωνικού ελέγχου στις δημόσιες επιχειρήσεις, στα κινήματα επανοικειοποίησης ελεύθερων χώρων. Σε μια διαδικασία που θα είναι διαρκής σύγκρουση και θα απαιτεί και τομές θεσμικές με την υπάρχουσα «εκδοχή νομιμότητας». Να το πούμε απλώς σήμερα δεν χρειαζόμαστε μόνο το αναγκαίο μεταβατικό πρόγραμμα που θα καλούνταν να υλοποιήσει μια αριστερή κυβέρνηση, αλλά και τις πολιτικές μορφές που θα μπορούσαν να το επιβάλουν, με έμφαση στη λαϊκή πρωτοβουλία. Ο εργατικός έλεγχος σε όλα τα επίπεδα, μαζί με την αυτοδιαχείριση και τη διαμόρφωση μη αγοραίων δικτύων ανταλλαγής και διανομής θα είναι από τις βασικές μορφές με τις οποίες θα μπορούν να ενεργοποιηθούν δυναμικές μετασχηματισμού στην κατεύθυνση της υπέρβασης των καπιταλιστικών εκμεταλλευτικών και καταπιεστικών σχέσεων.

Είναι σαφές ότι οι δυνατότητες προώθησης ριζικών μετασχηματισμών θα εξαρτηθούν πολύ και από τη διεθνή κατάσταση. Για την ώρα δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή, όμως οι συνθήκες αλλάζουν. Μπορεί να γνωρίσουμε σύντομα μια ορμητική άνοδο των κινημάτων, όπως εκείνη στην εποχή των Λαϊκών Μετώπων το 1935; Τι προοπτικές και κίνδυνοι θα υπάρξουν τότε; Πώς βλέπετε γενικότερα το ρόλο των κινημάτων, με βάση τις εμπειρίες των τελευταίων ετών;

Μέσα στη συγκυρία της κρίσης έγινε σαφές ότι μπήκαμε σε ένα νέο ιστορικό κύκλο, έναν ιστορικό κύκλο που έχει και εξεγερσιακά χαρακτηριστικά. Η Αραβική Άνοιξη, οι μεγάλοι αγώνες στην Ελλάδα, τα κινήματα των Αγανακτισμένων, το Occupy, όλα αυτά έφεραν στο προσκήνιο μια ξεχωριστή δυναμική, που υπερβαίνει την απλή διαμαρτυρία και φέρνουν στο προσκήνιο ένα πολύ πιο βαθύ αίτημα κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής, ένα αίτημα δικαιοσύνης αλλά και αυθεντικής δημοκρατίας. Σε αυτό τον ιστορικό κύκλο είναι επιτακτικό να έχουμε νικηφόρα παραδείγματα ρήξης με την κυρίαρχη καπιταλιστική λογική. Μια τέτοια εξέλιξη θα διαμόρφωνε μια ευρύτερη δυναμική, εάν αναλογιστούμε ότι βαθαίνει η κρίση της ευρωζώνης. Αυτή είναι η ευρύτερη ιστορική σημασία των ελληνικών εξελίξεων. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να είναι το πρώτο τέτοιο νικηφόρο παράδειγμα και αυτό εξηγεί γιατί θα ήταν καταστροφικό να αντιμετωπίζεται το ερώτημα της αναμέτρησης με την εξουσία με όρους πραγματισμού και ρεαλισμού.

Προφανώς, οι οικονομικές εξελίξεις θα βαρύνουν επίσης πολύ στην πορεία των γεγονότων. Πρόσφατα αναλυτές όπως ο Σαμίρ Αμίν, ο Άλεξ Καλίνικος κ.ά. έχουν μιλήσει για επερχόμενη αποσταθεροποίηση στην ευρωζώνη; Τι θα συμβεί σε μια καταστροφική επιδείνωση, όπως π.χ. η κατάρρευση της Ιταλίας και/ή της Ισπανίας; Ποια θα είναι τότε η τύχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Πώς μπορούμε να παρέμβουμε στις εξελίξεις και τους μεγάλους διαφαινόμενους κινδύνους, ενόψει και της απειλητικής ανόδου του φασισμού;

Η κρίση της Ευρωζώνης αποτελεί σήμερα τον αδύνατο κρίκο μέσα στην παγκόσμια οικονομία. Ο χαρακτήρας του ευρώ ως μιας βαθιά ταξικής στρατηγικής και ως ενός μέσου για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού κέντρου και ιδίως της Γερμανίας έχει γίνει πια φανερός. Έχει γίνει επίσης φανερή η βαθιά κρίση αυτής της στρατηγικής, ο τρόπος που παροξύνει την κρίση χρέους και επιβάλλει ένα φαύλο κύκλο ύφεσης, λιτότητας και ανεργίας. Την ίδια στιγμή έχει γίνει σαφές ότι δεν μιλάμε για την «ελληνική εξαίρεση», αλλά για τη δομική κρίση του «ευρωπαϊκού σχεδίου» στο έδαφος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Ουσιαστικά η ΕΕ το τελευταίο διάστημα δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να κερδίζει χρόνο, χωρίς να αντιμετωπίζει μια κρίση που αγγίζει τον πυρήνα της, εάν αναλογιστούμε τα τεράστια προβλήματα στην Ισπανία και την Ιταλία. Η όξυνση αυτής της κρίσης θα σηματοδοτήσει μια ακόμη πιο επιθετική πολιτική, την επιβολή ενός ιδιότυπου καθεστώτος γενικευμένης «κατάστασης οικονομικής ανάγκης», την αυταρχική ακύρωση της λαϊκής κυριαρχίας στο όνομα των αγορών και την παγίωση της εξοντωτικής λιτότητας. Σε ένα τέτοιο έδαφος εμπεδωμένου αυταρχισμού λογικό είναι να αναδυθούν και αντίστοιχες πολιτικές προτάσεις και αυτό μπορεί να εξηγήσει, μαζί με τη βαθιά κοινωνική κρίση, και την εμφάνιση νεοφασιστικών ρευμάτων όπως η Χρυσή Αυγή, αλλά και την αυταρχική μετάλλαξη και της «κεντροδεξιάς» και της «κεντροριστεράς», όπως δείχνουν οι τρέχουσες εξελίξεις και στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ. Είναι τυχαίο ότι ένα ακραίο μείγμα νεοσυντηρητισμού, ρατσισμού και νεοφιλελευθερισμού, σαν κι αυτό που αρθρώνει ο Βορίδης (ή δοκίμασε να αρθρώσει ο Λοβέρδος) δείχνει να είναι η κυρίαρχη αστική πολιτική κατεύθυνση;
 Γι’ αυτό το λόγο και η ρήξη με αυτή την «ευρωπαϊκή στρατηγική» καθίσταται μονόδρομος. Η ευρωζώνη δεν μπορεί να «αυτομεταρρυθμιστεί», αντίθετα θα μεταλλάσσεται ολοένα και περισσότερο σε μια όλο και πιο αντιδραστική κατεύθυνση. Γι’ αυτό το λόγο και είναι λανθασμένη η επένδυση τμημάτων της Αριστεράς, της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένης, σε μια κατεύθυνση αλλαγής πορείας της ευρωζώνης, μέσα από ένα συνδυασμό ανάμεσα στην επαναδιαπραγμάτευση και τον πανευρωπαϊκό συντονισμό κινημάτων, επειδή υποτίθεται ότι μόνο στο ευρωπαϊκό επίπεδο μπορούν να υπάρξουν λύσεις. Μια τέτοια κατεύθυνση όχι μόνο υποτιμά τη δομική ανισότητα και αντιφατικότητα της ΕΕ, σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και στο επίπεδο της κατάστασης των λαϊκών κινημάτων, αλλά και ενέχει τον κίνδυνο απλώς να παραμένει διαρκώς η ελληνική κοινωνία σε μια συνθήκη διαρκούς εκβιασμού, την ίδια ώρα που κρίσιμες ευκαιρίες για αποφασιστικές ρήξεις θα χάνονται.
Σήμερα ο πραγματικός διεθνισμός είναι ακριβώς η ρήξη με την ΕΕ, η αντιμετώπιση της Ελλάδα ως ενός εν δυνάμει «αδύναμου κρίκου», η επιλογή της ανασημασιοδότησης της ανεξαρτησίας από το σύγχρονο ιμπεριαλισμό ως αφετηρίας για μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική. Μια τέτοια κατεύθυνση θα προκαλούσε τεράστιους κραδασμούς σε όλη την Ευρωζώνη, θα αποσταθεροποιούσε κυβερνήσεις και θα έδινε μια πρωτοφανέρωτη ώθηση στα λαϊκά κινήματα στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο γιατί θα αποτελούσε την έμπρακτη απόδειξη ότι μπορούν σήμερα να υπάρξουν ανατροπές, ότι μπορούν κινήματα και χώρες να βγουν από το ατσάλινο κλουβί του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού». Από πειραματόζωο της πιο ακραίας ανατροπής των κοινωνικών κατακτήσεων, μπορούμε να γίνουμε το πρώτο μεγάλο πείραμα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού στον Ευρωπαϊκό χώρο μετά από πολλές δεκαετίες. Αυτή είναι η ευθύνη με την οποία καλούμαστε να αναμετρηθούμε. Η ιστορία θα κρίνει αυστηρά την Αριστερά, εάν χαθεί η ιστορική ευκαιρία που μας ανοίγεται.

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα σοκ στην Ευρώπη

http://www.dragasakis.gr
ce89df274c0a899027501c878c38464bΣυνέντευξη Γ. Δραγασάκη στον ραδιοφωνικό σταθμό “Αθήνα 9,84 fm “: “Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα σοκ στην Ευρώπη”

ΕΚΤΕΝΗ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ [ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ]:
«Εισηγούμαστε στον ελληνικό λαό να σκεφτούμε όλοι μαζί το πρότυπο της νέας ανάπτυξης. Δεν μπορούμε να πάμε σε μια μονοκαλλιέργεια. Μόνο ιδιωτικό ή μόνο κρατικό. Πρέπει να σκεφτούμε με όρους μιας πλουραλιστικής και νέου τύπου μικτής οικονομίας».

*Για ΤΑΙΠΕΔ-ΥΕΥΑΘ:

«Θα κάνουμε τα πάντα να μην πουληθεί το νερό. Ειδικά το νερό, γιατί είναι κάτι διαφορετικό, επειδή συνδέεται με την ζωή των ανθρώπων, με το περιβάλλον κ.λπ. Αν, λοιπόν, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. βρεθεί σε μια κυβέρνηση και έχουν συντελεστεί διάφορα τέτοια πράγματα, θα επανεξετάσουμε όλες τις συμβάσεις και τις παλαιότερες. Η κυβέρνηση για την οποία μιλάμε θα είναι κυβέρνηση ασυνέχειας. Δεν θα είναι μια κυβέρνηση που θα πούμε ότι το ελληνικό κράτος είναι συνεχές, άρα και εμείς συνεχίζουμε την διαχείρισή του με τα δεδομένα που έχουμε. Θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει ένα σοκ στην ελληνική κοινωνία, ένα σοκ ανακούφισης, επενδύσεων, αλλαγών, καταστάσεων κ.λπ. Θα είναι μια καθεστωτική αλλαγή αυτό που περιγράφουμε, δεν θα είναι κάτι απλό.

Άρα, ακόμα και οι συμβάσεις οι οποίες μπορεί και να έχουν ξεχαστεί -όπως το πώς έγιναν παλαιότερα ιδιωτικοποιήσεις-, θα τις δούμε ξανά… Για ορισμένες έχουμε ενδείξεις ότι ίσως δεν έγιναν με σωστό τρόπο, για ορισμένες έχουμε ενδείξεις ή και στοιχεία ότι υπήρξαν και άλλου τύπου συναλλαγές κάτω από το τραπέζι. Επομένως, δεν μπορώ να πω ότι θα τα κουκουλώσουμε όλα αυτά στο όνομα της συνέχειας. Αν ο ελληνικός λαός κρίνει τότε ότι θα πρέπει να υπάρξει κλείσιμο κάποιων υποθέσεων, για άλλους λόγους, θα το δούμε τότε. Εμείς ξεκινούμε ερευνώντας τα πάντα… Μιλάω για ασυνέχεια, διότι η ανάλυση που κάνουμε εμείς για την κρίση λέει ότι ειδικά στην Ελλάδα, η κρίση που ζούμε, συμπυκνώνει προβλήματα τα οποία αρχίζουν από το ’50, μετά τον εμφύλιο…

Θέλουμε να τα αλλάξουμε όλα, αλλά και να υπερασπιστούμε τους ανθρώπους, όχι τις δομές. Οι δομές θα αλλάξουν και θα υπερασπιστούμε τους ανθρώπους. Είναι θύματα πολέμου όσοι πλήττονται τώρα με αυτό τον τρόπο… Θα είμαστε στο πλάι των ανθρώπων, θα τους στηρίξουμε μέχρι τέλους, εφόσον έφυγαν με τον τρόπο που φεύγουν τώρα. Έχει ομολογηθεί ότι δεν φεύγουν για να φτιάξουμε ένα καλύτερο κράτος, αλλά για να σπάσει -λέει- το ταμπού. Έτσι έχει λεχθεί και από κάποιους της Τρόικα. Όχι, δεν θα σπάσουμε τα ταμπού σε βάρος του αθώου κόσμου, που δεν έχει τίποτα. Υπάρχουν άλλα ταμπού να σπάσουμε στην Ελλάδα, όπως η αδιαφάνεια, οι συναλλαγές, το λαθρεμπόριο καυσίμων. Είναι πάρα πολλά».

*Για το μνημόνιο και τον κατώτατο μισθό:

«Πρέπει να σκεφτούμε πώς θα πραγματοποιηθεί η ανάκαμψη και η ανασυγκρότηση της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να πάμε με το χαρτί και το μολύβι. Αυτά θα το αξιοποιήσουμε στον συνολικό λογαριασμό… Ορισμένα μέτρα θα καθοριστούν με πολιτικά κριτήρια και όχι με στενά λογιστικά ή δημοσιονομικά και ο βασικός μισθός έχει αυτόν τον χαρακτήρα στο πλαίσιο του προγράμματός μας… Χρειαζόμαστε ένα σοκ επενδύσεων, το οποίο θα υποστηριχθεί και με ένα σοκ ζήτησης, αυξάνοντας τα χαμηλά εισοδήματα… Βρισκόμαστε στην επομένη ενός μεγάλου πολέμου. Η οικονομία στην οποία ζούμε, έτσι μοιάζει και ας μην είχαμε πόλεμο. Οι μελέτες που έχουν γίνει, λένε ότι η Ελλάδα θέλει μια εξωγενή χρηματοδότηση περίπου 40 δισ. Δεν υπάρχουν εύκολες και ανώδυνες λύσεις. Χρειαζόμαστε μια ισχυρή ώθηση. Εμείς την διεκδικούμε στα πλαίσια της Ευρώπης. Αν δεν υπάρξει από την Ευρώπη, τότε θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα άλλα πρόσφορα μέσα τα οποία έχουμε… Η πρώτη επιλογή που πρέπει να διερευνήσουμε είναι η προσπάθεια αυτό να τεθεί και να λυθεί με όρους Ευρώπης…

Πολλοί λένε ότι οι στόχοι του μνημονίου δεν επετεύχθησαν. Εμείς λέμε ότι πρέπει να δημιουργήσουμε και στην Ευρώπη ένα σοκ με το να ακυρώσει το μνημόνιο ο λαός με την ψήφο του. Δηλαδή, θα κατέβουμε στις εκλογές και θα πούμε στον ελληνικό λαό, “θέλεις να ακυρωθεί το μνημόνιο; Ψήφισε μας, γιατί η ψήφος σου και μόνο σημαίνει ακύρωση του μνημονίου”. Την επόμενη των εκλογών θα έχουμε την Ευρώπη όχι απέναντι στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αλλά απέναντι στη δημοκρατική θέληση του ελληνικού λαού. Αυτό θα είναι ένα σοκ, θα είναι πρόβλημα. Θέλει η Ευρώπη να διατηρήσει την έννοια της δημοκρατίας στις αρχές της; Τότε δεν θα είναι εύκολο να πει «γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια τη βούληση του ελληνικού λαού». Γι’ αυτό τους προβληματίζει και αυτούς το όλο θέμα. Επίσης, θα ανακοινώσουμε το πρόγραμμά μας πριν τις εκλογές. Θα είναι καθαρό το πολιτικό παιχνίδι από την δική μας μεριά. Αυτό που δεν θα ακουμπήσουμε αμέσως είναι η δανειακή σύμβαση.

Εκεί την πρωτοβουλία θα την έχουν οι δανειστές. Η αποπληρωμή των χρεολυσίων δεν θα μπορέσει να γίνει ούτως ή άλλως. Σταματάμε το μνημόνιο, αρχίζουμε και εφαρμόζουμε μια άλλη πολιτική και έχουμε σε εκκρεμότητα μια δανειακή σύμβαση. Έχουμε πει ότι το χρέος δεν μπορεί να πληρωθεί, χρειαζόμαστε μια ρύθμιση η οποία θα εξασφαλίζει διαγραφή σημαντικού μέρους του χρέους, μια ρήτρα ανάπτυξης για την εξόφληση του υπόλοιπου. Θεωρούμε ότι και αυτή η λύση μπορεί να γίνει καλύτερα σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Προτείνουμε, δηλαδή, μια πανευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος. Αν δεν είστε έτοιμοι -τους έχουμε πει-, ζητάμε μορατόριουμ στους τόκους και στα χρεολύσια».

*Για την Συρία:

«Έχει αποδειχθεί η χρεοκοπία της αμερικάνικης πολιτικής, είτε με τη μορφή των στρατιωτικών επεμβάσεων -όπως έγινε στο Ιράκ-, είτε με τη μορφή ενθάρρυνσης εμφυλίων πολέμων. Ζούμε δηλαδή την απόδειξη μιας χρεοκοπίας. Πρέπει, επίσης, να σκεφτούμε τι κάνουμε με τον αραβικό κόσμο. Εκεί διαμορφώνεται μια δύσκολη κατάσταση για τους λαούς. Ποιά προοπτική χαράσσουμε ως χώρα, όταν η ΑΟΖ και πολλά άλλα θέματα εξαρτώνται από τη σχέση μας και με αυτούς τους λαούς;

Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε μια πολιτική που αγνοούσε την ύπαρξη αυτού του κόσμου έως τώρα. Άρα πρέπει να διαμορφώσουμε στρατηγικές και σε ό,τι αφορά την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Αυτή τη στιγμή ο κόσμος είναι διχασμένος ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να κάνουν πολεμική επιχείρηση και σε αυτούς που δεν θέλουν ή διστάζουν. Βεβαίως θα ερχόμουν σε σύγκρουση με τους Αμερικανούς (σ. σ. για τη βάση στη Σούδα). Εδώ συγκρούεται το κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου. Προσωπικά, αποδίδω μεγάλη σημασία στην απόφασή του, πρώτον γιατί ξαναθυμηθήκαμε πως ό,τι κάνεις, το αποφασίζει η Βουλή. Και δεύτερον, όταν το κάνει η Βρετανία, εμείς τι θα κάνουμε; Χάρηκα που είδα από τον κ. Αβραμόπουλο μια διαφοροποίηση, η οποία ελπίζω να αντανακλά γενικότερο προβληματισμό. Και χαίρομαι και για τη δήλωση του κ. Παπούλια, που αντανακλά έναν σκεπτικισμό. Και εφόσον το θέμα είναι τί θα γίνει, πόλεμος ή πολιτική λύση, ας είμαστε και εγκρατείς».

*Για ενδεχόμενη συνεργασία με το ΚΚΕ:

«Καταρχήν, θέλουμε αυτή την συνεργασία. Διαβάζοντας όμως τα κείμενα του ΚΚΕ βλέπω να λέει, “εντός του καπιταλισμού, δεν μπορεί να υπάρξει καμία βελτίωση για τον λαό”. Εάν έχει αυτή τη θέση η ηγεσία του ΚΚΕ, πώς να δεχτείς συνεργασία; Χαίρομαι που ακόμα και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στα κείμενά της δεν λέει έτσι. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που θεωρείται πιο αριστερά από το ΚΚΕ, λέγοντας αυτό, μου δημιουργεί την ελπίδα ότι θα μπορούσε να συζητήσουμε. Αφού θέλουμε όλοι βελτίωση -έστω σε επιμέρους πράγματα-, για να δούμε πώς μπορούμε να το πετύχουμε. Εάν το ΚΚΕ επιμείνει σε αυτή τη θέση, τότε είναι δύσκολο… Οι γραφές κάνουν δύσκολη την προσδοκία για μια συνεργασία με το ΚΚΕ. Η αντικειμενική πραγματικότητα όμως και οι ανάγκες του ίδιου του κόσμου -τον οποίο θέλει να εκφράζει το ΚΚΕ-, μου λένε ότι και εκεί μπορούν να υπάρξουν αλλαγές».

*Για το κανάλι 902:

«Αυτό που έκανε με τον 902 είναι μια θλιβερή ιστορία, με ακόμα πιο θλιβερό χειρισμό. Είναι ένα θέμα που εμένα με στεναχωρεί, γιατί ξέρω πώς πάρθηκε η άδεια».

*Για ενδεχόμενο δίλλημα συνεργασίας με Ανεξάρτητους Έλληνες ή με την Δημοκρατική Αριστερά:

«Η κεντρική επιτροπή θα το αποφασίσει αυτό. Μιλώντας εγώ για κυβέρνηση αριστεράς δεν έχω ικανοποιητικό υπόδειγμα να αντιγράψω. Δεν θέλω μια κυβέρνηση της κεντροαριστεράς που υπηρέτησε αυτά που υπηρέτησε. Αν πάμε σε κυβερνήσεις λαϊκών μετώπων είναι πολύ πίσω και έχουν αλλάξει οι συνθήκες. Άρα η πρόκληση που νιώθω είναι ότι καλούμαστε να δημιουργήσουμε νέο παράδειγμα, αναπτυξιακό, νέου τύπου αριστερή κυβέρνηση κ.λπ. Θα προτιμούσα ο ελληνικός λαός να δώσει στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αυτοδυναμία και να εγκρίνει αυτοδύναμα πρόγραμμα, βγαίνοντας από τις εκλογές και με βάση αυτό να κάνουμε και ευρύτερες συνεργασίες… Δεν έχουμε απλώς να κάνουμε μια κυβέρνηση. Πρέπει να είναι κυβέρνηση τομής, ασυνέχειας, η οποία θα ανατρέψει καταστάσεις και θα συγκρουστεί με συμφέροντα. Άρα το θέμα δεν είναι πόσο φίλος νιώθει ο Φ. Κουβέλης μαζί μου ή εγώ με τον Κουβέλη κ.λπ. Έχω πει ότι η Δημοκρατική Αριστερά πρέπει να κάνει σαφείς επιλογές. Κριτήριο θα είναι το πρόγραμμα. Το μνημόνιο είναι ένα κριτήριο, αλλά πρέπει να σκεφτούμε και πέρα από το μνημόνιο».

*Για τις δημοτικές εκλογές και την υποψηφιότητα του Ηλ. Κασιδιάρη για τον Δήμο της Αθήνας:

«Δεν μπορώ να πω ότι φοβάμαι ή δεν φοβάμαι. Είμαι μάχιμος πολιτικός… Αν ο κ. Κασιδιάρης είναι υποψήφιος, ας γίνει αφορμή αυτό για να σκεφτεί ο λαός της Αθήνας τί κοινωνία και τί μέλλον θέλουμε ως χώρα. Πιστεύω αν το σκεφτεί αυτό, όχι μόνο πρώτος δεν θα είναι, αλλά τα ποσοστά θα πέσουν πολύ κάτω από αυτά που νομίζουν ότι έχουν».

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Η προέλαση των "σκληρών" της Δεξιάς: Τρίτο κόμμα η ΧΑ! - Ο τρόμος του συστήματος


Η μετάλλαξη του ελληνικού εκλογικού σώματος που ξεκίνησε από την περασμένο χειμώνα ως αποτέλεσμα μιας πολιτικής που χαρακτηριζόταν από κρίσιμο έλλειμμα εθνικής συνείδησης σε όλα τα θέματα (οικονομία, εθνικά, εσωτερική πολιτική ασφάλειας κλπ) και αποτυπώθηκε με ευκρίνεια στς δύο εκλογικές αναμετρήσεις της 6ης Μαϊου και της 17ης Ιουνίου, πλέον αρχίζει και μετατρέπεται σε ορμητικό χείμαρρο: Το κόμμα των "σκληρών" της δεξιάς, ο Λαϊκός Σύνδεσμος-Χρυσή Αυγή, αποκτά χαρακτήρα κινήματος εντός της ελληνικής κοινωνίας και τρομάζει το σύστημα, την πολιτική και οικονομική ελίτ της Κεντροδεξιάς και της της Αριστεράς. 
Σε δημοσκόπηση της Pulse που δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, απλά αποτυπώνεται αυτό που είναι ευρέως πλέον αντιληπτό, ακόμα και στους πλέον συστημικούς:
Η Χρυσή Αυγή είναι τρίτο κόμμα, με 10,5% με διαφορά από το τέταρτο (ΠΑΣΟΚ) και έτοιμη να "τρυγήσει" εκλογικά τη ΝΔ ακόμα περαιτέρω, αλλά και τα άλλα κόμματα.
Πραγματικά έχει ελάχιστη σημασία η κατάρρευση της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ ή η μείωση σε μία μονάδα της διαφοράς ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.
Στην δημοσκόπηση η Χρυσή Αυγή αυξάνει κατά 50% το την εκλογική επιρροή της μέσα σε 75 ημέρες μετά τις εκλογές και όλοι οι άλλοι χάνουν (με εξαίρεση του ΚΚΕ που είναι σταθερό ... στον πάτο το 5%).
Ας δούμε το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης πριν προχωρήσουμε:.
Με αναγωγή η ΝΔ συγκεντρώνει 25% ο ΣΥΡΙΖΑ 24% και ακολουθούν Χρυσή Αυγή 10,5%, ΠΑΣΟΚ 8%, Ανεξάρτητοι Έλληνες 6,5%, ΚΚΕ 5% και ΔΗΜΑΡ 4,5%


Στην πρόθεση ψήφου χωρίς αναγωγή η σειρά των κομμάτων δεν αλλάζει, αλλά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο εντυπωσικό για την Χρυσή Αυγή:

ΝΔ: 22,5% ΣΥΡΙΖΑ: 21,5% Χρυσή Αυγή: 9,5% ΠΑΣΟΚ: 7,5% Ανεξάρτητοι Έλληνες: 6% ΚΚΕ: 4,5% ΔΗΜΑΡ: 4%

Η δημοσκόπηση έγινε ενώ δεν έχουν εξαγγελθεί ακόμη τα σκληρά μέτρα των 11,5 δισ. ευρώ.

Η Χρυσή Αυγή είναι ο απόλυτος νικητής σημειώνοντας άνοδο 3,6% (4,6% μετά την αναγωγή επί των εγκύρων). Το ποσοστό του ΚΚΕ αυξάνεται οριακά, πρακτικά είναι στην ίδια θέση με την 17η Ιουνίου. 
Το ΠΑΣΟΚ, απλά καταβαραθρώνεται και είναι ερώτημα ποιοι και γιατί να ψηφίσουν ένα κόμμα το οποίο ευθύνεται για την μεγαλύτερη κοινωνική κια γεωπολιτική καταστροφή που γνώρισε η χώρα από το 1922.


 "Άλλο Κόμμα" δηλώνει το 6,5% (7%) έναντι 6%, με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τους οικολόγους Πράσινους και τη Δημιουργία Ξανά-Δράση να πιάνουν το 1%.

Τέλος, το ποσοστό των αναποφάσιστων διαμορφώνεται στο 8,5% (9,5%).
Η προέλαση της Χρυσής Αυγής - η οποία φυσικά δεν θα σταματήσει εδώ - τρομάζει το σύστημα που αναζητεί τρόπο να αντιδράσει.
 Ήδη ακόμα και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες έχουν απώλειες οι οποίες δεν είναι σοβαρές, αλλά δεν δικαιολογούνται σε επίπεδο δυναμικής, αφού μόνο κέρδη έπρεπε να κατέγραφαν από την πτώση των ποσοστών της ΝΔ και της κυβέρνησης συνολικά. Κάπου το κόμμα έχει χάσει την λάμψη του και αυτό θα πρέπει να το συζητήσουν στο εσωτερικό του αφού μπορεί να προσφέρει πολλά στην συνολική προσπάθεια ανόρθωσης του τόπου.
Στη ΝΔ η απώλεια του εκλογικού ποσοστού δεν είναι τόσο σοβαρή, αφού (ακόμα...) προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για πόσο; Αν γυρίσει ανάποδα η πρωτιά και με το ΠΑΣΟΚ στην άβυσσο και την ΔΗΜΑΡ στα πρόθυρα του να μην μπει στην Βουλή, τότε το πραγματικό ποσοστό της ΝΔ, το 18,92% των εκλογών της 6ης Μαΐου, μπορεί να συμπιεστεί σε ακόμα χαμηότερα ποσοστά.
Γενικά, όλοι, ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ εργάζονται ... δωρεάν για την Χρυσή Αυγή! Γιατί, ποιον θα ψηφίσει κάποιος που θεωρεί ότι θα πρέπει "να προστατευθει" από τον πολιτικό εξτρεμισμό, ειδικά σε θέματα πολιτικής εσωτερικής ασφάλειας, του ΣΥΡΙΖΑ; Τη ΝΔ; Ας είμαστε σοβαροί! 


Προς όφελος ποίου όλα αυτά;
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη πολιτική αναλυτική ικανότητα για να δοθεί απάντηση: Του Λαϊκού Συνδέσμου -Χρυσή Αυγή. Οι οποίοι απλά θα κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα και θα κερδίζουν καθημερινά. Θα λένε  τα αυτονόητα, αυτά που οι ξεπουλημένοι της πολιτικής ελίτ ούτε τολμάνε να σκεφθούν και θα δρουν στους δρόμους, τις γειτονιές, τα χωριά, εκεί που το κράτος απουσιάζει. Θα φέρνουν αποτελέσματα στην καθημερινότητα των Ελλήνων!


"Ακτιβιστές" δεν αναζητούσαν πάντα οι "παγκοσμιοποιημένοι" πρώην χίπις και οι νεοφιλελεύθεροι "της οκάς" του Ψυχικού και της Εκάλης; Τους βρήκαν, αλλά, έκπληξηηηη: Φοράνε φόρμες με στρατιωτική παραλλαγή και άρβυλα! Η απόλυτη τιμωρία του σάπιου συστήματος!


Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr