Mέχρι πρότινος γνωρίζαμε ότι η «ψαλίδα» μεταξύ του πλούτου και της φτώχειας στον πλανήτη είναι χαώδης και διευρυνόμενη. Νεότερα στοιχεία, όχι μόνο τεκμηριώνουν αυτήν την τάση, αλλά την καθιστούν επιπλέον ως μία από τις μεγαλύτερες πληγές της ανθρωπότητας, αν όχι την αποκλειστική «πηγή» των δεινών της.
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε η Παγκόσμια Έκθεση για την Ανισότητα, καρπός της εργασίας περισσότερων των 100 ερευνητών από 70 χώρες, υπό τον διάσημο Γάλλο οικονομολόγο, Thomas Piketty.
Η έκθεση καταγράφει ότι το πλουσιότερο 0,1% του πλανήτη, περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι, αύξησε τον πλούτο του από το 1980, όσο το κατώτερο 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, περίπου 3,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Ενώ, το πλουσιότερο 1% «μάζεψε» το 27% του παγκόσμιου πλούτου μεταξύ του 1980 και του 2016.
Από αυτό το 1%, το ακόμη πλουσιότερο 0,1% κατέχει το 13% του παγκόσμιου πλούτου, ενώ, το 0,001%, δηλαδή μόλις 76.000 άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, κατέχουν το 4% του πλούτου που δημιουργήθηκε από το 1980. Σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η οικονομική ανισότητα είναι περισσότερο «ανάγλυφη»: Το πλουσιότερο 1% των ΗΠΑ κατείχε το 39% του εθνικού πλούτου το 2014, από το 22% που συγκέντρωνε το 1980.
Ζήτημα επιλογής
Με τέτοια στοιχεία δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον Thomas Piketty να φοβάται ότι η οικονομική ανισότητα μπορεί να οδηγήσει σε «καταστροφές», αν και «όλα εξαρτώνται από τις επιλογές που θα γίνουν».
Σύμφωνα με την έκθεση, οι άνθρωποι που ζουν στη Μέση Ανατολή αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη ανισότητα εισοδήματος από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, ενώ οι Ευρωπαίοι είναι οι λιγότερο επηρεασμένοι από το εισοδηματικό χάσμα. Ακόμη όμως και στην Ευρώπη, τα πράγματα μακράν δεν είναι καλά. Για παράδειγμα, στη Δυτική Ευρώπη, πολλοί δεν παίρνουν πραγματικά επαρκή μισθό, που να καλύπτει τις βασικές ανάγκες τους, παρά το γεγονός ότι εργάζονται σκληρά, συχνά με πλήρη απασχόληση. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν ότι το 10% του πληθυσμού στην Ευρώπη ως σύνολο, εξακολουθεί να κατέχει το 37% του συνολικού εισοδήματος με στοιχεία το 2016.
«Τις τελευταίες δεκαετίες, η εισοδηματική ανισότητα έχει αυξηθεί σε όλες σχεδόν τις χώρες, αλλά με διαφορετικές ταχύτητες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι θεσμοί και οι πολιτικές έχουν σημασία για τη διαμόρφωση της ανισότητας», λένε οι ερευνητές. Ενώ η οικονομική ανισότητα είναι ευρέως διαδεδομένη και σε κάποιο βαθμό αναπόφευκτη, η κλιμάκωσή της θα μπορούσε να οδηγήσει σε «διάφορα είδη και μορφές πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών καταστροφών».
Η σημασία των ασκούμενων πολιτικών αποδεικνύεται από τη διαφορά μεταξύ των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης, σύμφωνα με τους ερευνητές. Το 1980, οι δύο αυτές περιοχές είχαν παρόμοια επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας, αφού, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, το 1% κατείχε σχεδόν το 10% του πλούτου. Μέχρι το 2016, ωστόσο, οι πλούσιοι στις ΗΠΑ αύξησαν το μερίδιό τους στο 20%. Στη Δυτική Ευρώπη, το αντίστοιχο ποσοστό αυξήθηκε στο 12%.
Η ανομοιογενής εισοδηματική ανισότητα στις ΗΠΑ οφείλεται στην «μαζική» ανισότητα στην εκπαίδευση και σε ένα φορολογικό σύστημα που απαιτούσε λιγότερα από τα πλουσιότερα τμήματα του πληθυσμού. Με τη σειρά τους, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θέσπισαν εκπαιδευτικές και μισθολογικές πολιτικές για την τόνωση ομάδων χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, λένε οι ειδικοί.
Παρόλ’ αυτά η Ευρώπη δεν αποτελεί την ευχάριστη εξαίρεση του νοσηρού κανόνα. Στην Γερμανία, την πλουσιότερη ευρωπαϊκή χώρα, το πλουσιότερο 1/10 του πληθυσμού ελέγχει πλέον το 40% του πλούτου. Το μερίδιό τους έχει αυξηθεί από τα μέσα της δεκαετίας του '90 λέει ο Charlotte Bartels από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW) και συντάκτης των στοιχείων της έκθεσης από την Γερμανία. «Το φτωχότερο 50% έχει χάσει ένα τεράστιο μερίδιο από εισοδήματα τα τελευταία χρόνια. Στην δεκαετία του 1960, είχαν περίπου το ένα τρίτο, σήμερα μόλις το 17%».
Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης είναι η επιβεβαίωση αυτό που οι πάντες γνωρίζουν ή υποπτεύονται, αλλά για το οποίο μέχρι τώρα δεν υπήρχαν σαφή στοιχεία: Οι οικονομίες που βασίζουν τον πλούτο τους στις πρώτες ύλες, όπως οι «πετρελαϊκές» είναι επίσης εξαιρετικά άνισες, αφού, η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του συγκεντρώνεται στα χέρια μιας μειοψηφίας.
Ένα άλλο σημαντικό εύρημα είναι ότι οι χώρες που βρίσκονται σε παρόμοια στάδια ανάπτυξης έχουν δει διαφορετικά πρότυπα αυξανόμενης ανισότητας. Αυτό υποδηλώνει, σύμφωνα με τους ερευνητές, ότι οι εθνικές πολιτικές και τα θεσμικά όργανα μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Οι τροχιές των τριών μεγάλων αναδυόμενων οικονομιών είναι ενδεικτικές: Η Ρωσία έχει απότομη αύξηση, η Κίνα μέτριο ρυθμό και η Ινδία προχωρά σταδιακά.
Η παγκόσμια μεσαία τάξη πρόκειται να «συμπιεστεί» κι άλλο εάν συνεχίσουν οι τρέχουσες τάσεις, σύμφωνα με την έκθεση. Ωστόσο, αυτή η τάση θα μπορούσε να αποφευχθεί αν ο κόσμος υιοθετήσει την «μέτρια τροχιά ανισότητας» της ΕΕ. «Όλα εξαρτώνται από τις επιλογές που θα γίνουν», δήλωσε ο Γάλλος οικονομολόγος Thomas Piketty στους δημοσιογράφους πριν από την δημοσιοποίηση της έκθεσης. Ο, αριστερών απόψεων, Piketty έγραψε ένα διεθνές μπεστ σέλερ το 2013, το «Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» και έκτοτε έχει «κόψει τα φτερά» με την κριτική του σε πολλούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένης της Μέρκελ.
Η «εργαλειοθήκη» της ισότητας
Οι κυβερνήσεις, κατά τον οικονομολόγο, εξακολουθούν να διαθέτουν εργαλεία για την καταπολέμηση της ανισότητας, όπως η ενίσχυση της πρόσβασης στην εκπαίδευση, η βελτίωση των πολιτικών στον τομέα της υγείας, η προστασία του περιβάλλοντος, η θέσπιση «υγιούς» ελάχιστου μισθού και η καλύτερη εκπροσώπηση των εργαζομένων στα όργανα διακυβέρνησης.
Ίσως το πιο σημαντικό είναι οι αρχές να θεσπίσουν τα λεγόμενα «προοδευτικά» φορολογικά συστήματα, που απαιτούν να πληρώνονται αναλογικά περισσότεροι φόροι με την συσσώρευση πλούτου. Οι εμπειρογνώμονες προέτρεψαν επίσης να καταρτιστεί νέο παγκόσμιο μητρώο ιδιοκτησίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Ωστόσο, όλες αυτές οι κινήσεις έγιναν πιο δύσκολες λόγω του γεγονότος ότι «οι κυβερνήσεις στις πλούσιες χώρες έχουν γίνει φτωχές και σε μεγάλο βαθμό χρεωμένες», αναφέρει η έκθεση. Από το 1980, πολύ μεγάλες μετατροπές δημόσιου πλούτου σε ιδιωτικό συνέβησαν σε όλες σχεδόν τις χώρες, είτε πλούσιες είτε αναδυόμενες. Ενώ ο εθνικός πλούτος έχει αυξηθεί σημαντικά, ο δημόσιος πλούτος είναι πλέον αρνητικός ή σχεδόν μηδενικός σε πλούσιες χώρες. Το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ είναι χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα δημόσιου κεφαλαίου.
Αναμφίβολα, αυτό περιορίζει την ικανότητα των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν τις ανισότητες. Υποδεικνύει, επίσης, ότι οι εθνικές πολιτικές που διαμορφώνουν την κυριότητα του πλούτου αποτελούν σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει στην άνοδο της ανισότητας από το 1980. Αν όμως ισχύει η διαπίστωση του Μαρξ, ότι το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο ορίζει την ασκούμενη πολιτική, τότε, τα εργαλεία για την καταπολέμηση της ανισότητας που προτείνουν οι οικονομολόγοι στις κυβερνήσεις θα είναι αποτελεσματικά μόνο στον βαθμό που αμφισβητήσουν ακριβώς αυτό το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο.