Από τον ΝΕΣΤΟΡΑ ΝΕΣΤΟΡΙΔΗ* & το iskra
Τις τελευταίες εβδομάδες η κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει τρόπους να χρηματοδοτήσει τόσο τις εσωτερικές της υποχρεώσεις όσο και τους δανειστές. Δεδομένου ότι όλοι παραδέχονται πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο,
είναι αυτονόητο πως η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε μία πολύ δύσκολη
κατάσταση. Συνυπολογίζοντας πως βρισκόμαστε ήδη σε μία πορεία
διαπραγμάτευσης, οι επιλογές για να καλυφθούν οι υποχρεώσεις δεν είναι πολιτικά ουδέτερες, αλλά επηρεάζουν καθοριστικά το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε τι έγινε σε ανάλογες περιπτώσεις διαπραγματεύσεων, ώστε να μπορέσουμε να αντλήσουμε συμπεράσματα για το τι (δεν) πρέπει να κάνουμε από εδώ και πέρα. Η περίπτωση της Κύπρου είναι ένα παράδειγμα από το οποίο οφείλουμε να αντλήσουμε σημαντικά διδάγματα.
ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Η Κύπρος είχε σοβαρό τραπεζικό πρόβλημα στο τραπεζικό της σύστημα ήδη από το 2010, το οποίο οξύνθηκε το 2011. Μη θέλοντας να γίνει ανακεφαλαιοποίηση από τον EFSF (η οποία θα συνοδευόταν από μνημόνιο), ο πρόεδρος Χριστόφιας αποφάσισε να εθνικοποιήσει την Λαϊκή Τράπεζα, προκαλώντας τη μήνη του προέδρου της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι.
Οι ανάγκες της εν λόγω τράπεζας ήταν τεράστιες (πολύ μεγαλύτερες από
ότι είχαν υπολογίσει τα stress tests της εποχής) και έτσι το Κυπριακό
Κράτος επωμίστηκε σημαντικές ζημιές.
Οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ και την ΕΚΤ διήρκησαν συνολικά 14 μήνες,
μέσα στους οποίους η Κύπρος προσπαθούσε εναγωνίως να καλύπτει τα χρέη
της, τις εσωτερικές υποχρεώσεις της και την σταθερότητα του τραπεζικού
της συστήματος, αποφεύγοντας όμως την υπογραφή σκληρού μνημονίου.
Προκειμένου να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της, αναγκάστηκε σε εσωτερικό
δανεισμό από τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ η ρευστότητα του τραπεζικού της
συστήματος γινόταν από τον ELA.
Η ιστορία της Κύπρου είναι γνωστό πως έληξε.
Απαιτήθηκε από το Eurogroup κούρεμα καταθέσεων και μνημόνιο, το οποίο
εν τέλει έγινε αποδεκτό κατόπιν απειλής από την ΕΚΤ ότι θα σταματούσε
την παροχή ρευστότητας στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα.
Όπως βλέπουμε, υπάρχουν αρκετά κοινά σημεία με την Ελλάδα του σήμερα.
Και στις δύο περιπτώσεις μιλάμε για κυβερνήσεις που δεν ήθελαν
μνημονιακά, υφεσιακά μέτρα και κατέφευγαν στον εσωτερικό δανεισμό και το
ELA ώστε από τη μία να εκπληρώνει το κράτος τις
υποχρεώσεις του (προς τους δανειστές και τους πολίτες) και από την άλλη
να παραμένουν ανοιχτές οι τράπεζες. Ωστόσο, στην Κύπρο τη χαριστική βολή
έδωσε ένας μνημονιακός πρόεδρος, ενώ στην Ελλάδα έχουμε κυβέρνηση άλλης
κατεύθυνσης. Σημασία δεν έχουν όμως οι προθέσεις, αλλά η ισχύς των
μερών και πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το έδαφος για τη λύση της Κύπρου στρώθηκε επί Χριστόφια, όταν η μακρόχρονη διαπραγμάτευση του έδωση στην ΕΚΤ τη δυνατότητα να προετοιμάζει το έδαφος για την επιβολή του κουρέματος, όπως έχει δείξει το Press Project εδώ.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση προκειμένου να εξυπηρετήσει τα δάνεια του ΔΝΤ που
λήγουν αυτήν περίοδο έχει προβεί σε πολύ μεγάλης κλίμακα εσωτερικό
δανεισμό. Συγκεκριμένα, έχει δανειστεί από τα διαθέσιμα των ασφαλιστικών
ταμείων και της Περιφέρειας Αττικής, έχει πάρει χρήματα που
προορίζονταν για τους αγρότες από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ενώ έχει πάρει και 150 εκ. ευρώ που προορίζονταν για προμήθειες νοσοκομείων. Όλα αυτά φυσικά θα επιστραφούν, υπό την προϋπόθεση ότι θα δοθεί τμήμα της τελευταίας δόσης των 7 δις ευρώ
του μνημονιακού προγράμματος. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση
καθίσταται σιγά-σιγά σε μεγάλο βαθμό έρμαιο των απειλών των Ευρωπαίων,
οι οποίοι μπορούν να απαιτήσουν σκληρά μέτρα ή/και ξεπούλημα σημαντικών δημόσιων υποδομών (πχ 14 αεροδρόμια που ενδιαφέρουν πολύ τη Γερμανία) ώστε να εκταμιευτεί η τροϊκανή δόση και να μην αναγκαστεί το κράτος να κηρύξει εσωτερική στάση πληρωμών. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό βέλος που έχουν πλέον στη φαρέτρα τους οι δανειστές.
Ας μην ξεχνάμε πως στην Κύπρο δεν
έχουν επιστραφεί ακόμη τα χρήματα που δάνεισαν τα ασφαλιστικά ταμεία
στην κυβέρνηση κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης και είναι άγνωστο
πότε θα συμβεί αυτό. Φυσικά στην Ελλάδα τα ασφαλιστικά ταμεία είναι πιο
καλυμμένα, αφού η διαδικασία γίνεται μέσω repos, αλλά αυτό δεν μειώνει
τη δύναμη που έχουν πλέον οι εταίροι έναντι μας, καθώς αν δεν μας δώσουν
τη δόση θα είμαστε σε de facto αδυναμία πληρωμών, αν δεν βρούμε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης.
Επιπλέον, ο εσωτερικός δανεισμός είναι πολύ επώδυνη επιλογή,
καθώς στερεί -βραχυχρόνια- πόρους από την εγχώρια οικονομία, τους
οποίους εκείνη έχει απόλυτη ανάγκη. Επιπρόσθετα, οι πόροι εκείνοι δεν
κατευθύνονται σε παραγωγικές επενδύσεις, ούτε σε κάλυψη
κοινωνικών αναγκών, αλλά στην κάλυψη του –κατά γενική ομολογία- μη
βιώσιμου δημόσιου χρέους. Ακόμα χειρότερα, η ελληνική κυβέρνηση γίνεται έρμαιο στους δανειστές
ώστε να της δοθεί η δόση να καλύψει τις τρύπες· η δε δόση δεν θα
«χαριστεί», αλλά θα έχει τη μορφή δανείου, το οποίο θα εγγραφεί στο
δημόσιο χρέος και θα πρέπει να αποπληρώνουμε κάθε χρόνο.
ΑΝΥΠΑΚΟΗ ΤΩΡΑ, ΝΑ ΒΓΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ
Αν συνεχιστεί και διευρυνθεί η τακτική του εσωτερικού δανεισμού, η κατάσταση ολοένα και θα δυσκολεύει.
Θα μπαίνουμε σε έναν διαρκή φαύλο κύκλο, όπου το εξωτερικό χρέος της
χώρας θα μετατρέπεται σε εσωτερικό, ενώ παράλληλα θα στερούνται
σημαντικοί πόροι από την οικονομία και την κοινωνία. Από την άλλη, η
θέση «δώστε μας μέρος της δόσης των 7 δις, αλλιώς θα κάνουμε στάση πληρωμών στο εξωτερικό χρέος» είναι ανεπαρκής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή ειναι η τελευταία δόση του 2ου Μνημονίου και είναι άσχημο συμβολικά ο ΣΥΡΙΖΑ να
δεχτεί τέτοια «βοήθεια», γι αυτό άλλωστε και οι πρώτες δηλώσεις της
κυβέρνησης έλεγαν πως δεν θέλουμε τα λεφτά αυτής της δόσης, καθώς δεν
αναγνωρίζουμε το πρόγραμμα στο σύνολο του. Επίσης, δεν δίνει ουσιαστική
λύση στο πρόβλημα, παρά μόνον μία προσωρινή ανάσα, με ενδεχόμενο πολύ
βαρύ τίμημα και περαιτέρω επώδυνους συμβιβασμούς.
Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα είναι εκ των πραγμάτων μία κατάσταση ανισορροπίας,
η οποία δεν γίνεται να διαρκέσει αιωνίως. Σύντομα θα πρέπει να παρθούν
σημαντικές αποφάσεις, οι οποίες θα καθοριστούν από τους συσχετισμούς
δύναμης. Καθήκον μας λοιπόν είναι να καλλιεργήσουμε όσο το δυνατόν
ευνοϊκότερους συσχετισμούς που να εξυπηρετούν τα λαϊκά συμφέροντα και να
μην ενδώσουμε σε κανέναν εκβιασμό των «Θεσμών»,
προχωρώντας άμεσα στην υλοποίηση των προεκλογικών μας εξαγγελιών, δηλαδή
του προγράμματος της Θεσσαλονίκης και στην διαγραφή του μεγαλύτερου
μέρους της ονομαστικής αξίας τους χρέους. Ως εκ τούτου, όχι μόνο πρέπει
να σταματήσουμε την τακτική του εσωτερικού δανεισμού,
αλλά πρέπει να προετοιμαζόμαστε τόσο σε πολιτικό, όσο και σε τεχνικό
επίπεδο, για το ενδεχόμενο της ρήξης. Κάθε ευρώ που φεύγει για την
εξυπηρέτηση των δανειστών αποτελεί ένα επιπλέον όπλο στα χέρια τους,
καθώς στραγγαλίζει την οικονομία και την κοινωνία. Όπως φάνηκε και στην
περίπτωση της Κύπρου,αλλά και στη δική μας με τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, η ΕΚΤ κατέχει το πανίσχυρο όπλο της ρευστότητας,
το οποίο δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει την κατάλληλη στιγμή, στο
οποίο πρέπει να είμαστε έτοιμοι (σε ουσιαστικό επίπεδο και όχι μόνο
λεκτικά) να απαντήσουμε. Και η απάντηση μπροστά σε αυτόν τον εκβιασμό είναι μία, το εθνικό νόμισμα.
*Ο Νέστορας Νεστορίδης είναι μέλος της Ο.Μ. του ΣΥΡΙΖΑ Παρισιού.